Έρχονταν στο σπίτι μας θυμάμαι, τα μεσημέρια της Κυριακής, για φαγητό. Η καλύτερή μας.
Η γιαγιά με κάτασπρα μαλλάκια κότσο και την καλή της ρομπίτσα, ο παππούς μ ένα λεβέντικο γιλέκο κι ένα ρολόι με αλυσίδα κρεμασμένο, που του είχε χαρίσει η μάνα μου και πολύ το καμάρωνε.
Κάθονταν στον καναπέ -αργούσε ακόμα η ώρα του τραπεζιού- και μου έλεγαν: «Θα μας βάλεις εκείνη την πλάκα;» Η πλάκα ήταν ένας δίσκος βινυλίου με μικρασιάτικα τραγούδια. Τον άκουγαν σιωπηλοί, πιασμένοι χέρι χέρι. Ολόκληρο. Κάθε φορά.
Ολόκληρο το κείμενο και η απάντηση του Πιτσιρίκου εδώ:
Ήθελα να γράψω κάτι όμορφο
Η εικόνα από εδώ:
https://fluente.fi/wp-content/uploads/2013/05/file8391240614698.jpg