Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2013

Mαρτυρίες της Αλέκας Παΐζη


Mαρτυρίες της Αλέκας Παΐζη (Ηράκλειο 1919 - Αθήνα 2009)

Εμένα η συνείδησή μου είναι ήσυχη σαν πουλάκι. Δεν πίστεψα σε μια αοριστία. Θεωρητικά δεν μπορώ να τα πω καλά. Η αντίδρασή μου, η συμμετοχή μου στο μεγάλο αυτό λαϊκό κίνημα ήταν πρωτογενής. Είναι στοιχείο της ζωής να αντιδράς στο κακό. Εξαρτάται από το πώς αναπνέει κανείς. Αγωνίστηκα για να μπορώ να αναπνέω. Κι ας ήταν άγρια εποχή. 
Την αντέξαμε, γιατί είχαμε όνειρο να κερδίσουμε την ελευθερία, με γενικότερες προεκτάσεις. Είχαμε ιδανικά πέρα από την απελευθέρωση, ιδανικά που αντέχουν και ζητούν δικαίωση. 
Ξέρεις, εγώ στη ζωή μου είχα πάντα ένα «γελαστό μάτι». Μπορώ να βλέπω λίγο και τη διασκεδαστική πλευρά των πραγμάτων, τα οποία τις περισσότερες φορές ήταν πολύ άγρια… 
Είχα πεισμώσει. Έλεγα μέσα μου, αυτοί θα λένε να κάνω δήλωση, εγώ θα λέω δεν κάνω. Η αξιοπρέπεια δεν σ’ αφήνει να υποκύψεις. Αυτοί ήταν χυδαίοι κι εγώ θυμωμένη. Έτσι, μαζί μ’ άλλες αγωνίστριες, εξορίζομαι στο Τρίκκερι. Εκεί, σε σκηνές βρίσκομαι με 5.000 γυναίκες. Σύντομα, αρχίζουν τα καψόνια. Μας παίρνουν τα ράντζα. 
Επιβάλλουν να κοιμόμαστε στο χώμα. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι το Μακρονήσι. Έπεσε πολύ… σπήλαιο στους πνεύμονες των γυναικών μ’ αυτό το καψόνι. Από τις 5.000 γυναίκες, μείναμε για το Μακρονήσι 1.200 περίπου. Κι απ’ αυτές στο Τρίκκερι ξαναγυρίσαμε κάπου 500. Τσακίστηκε ο κόσμος (…). Στο κολαστήρι της Μακρονήσου πήγαμε με ένα καράβι που μετέφερε ζώα. “Παλιοκουμμούνες θα πεθάνετε”, μας λέγανε. Καψόνι, λιγοστό νερό, αρμυρές σαρδέλες για φαΐ, βούρδουλας, κόλαση. 
Αντιμετώπισα τη ζωή μου όπως μου παρουσιάστηκε, σύμφωνα με αυτό που μου έλεγε το δικό μου το μυαλό και τα δικά μου τα αισθήματα. Δεν γύρισα την πλάτη μου στη ζωή. Το βασικό είναι πως, παρότι αντιμετώπισα άγρια πράγματα, δεν κάκιωσα. Το δηλητήριο αυτό δεν το ’χω. Μπορεί να θυμώσω, να τσακωθώ, να γίνει το σώσε, αλλά τέτοιου είδους κακά ζουμιά εγώ μέσα μου δεν τα κρατώ. Τα διώχνει ο οργανισμός μου. 
 Αχ, αυτός ο Θεός… Θυμάμαι πως μέχρι τα δώδεκά μου χρόνια, πριν κοιμηθώ, έλεγα ένα «Πάτερ ημών» κι ύστερα κόλλαγα κάτι αιτήματα δικά μου. Ένα ισχυρό αίτημα που ήταν και πολύ στη μόδα την εποχή εκείνη ήταν τα σγουρά μαλλιά. Εγώ μικρή είχα ίσια μαλλιά. Έτσι, κάθε φορά που τελείωνα την προσευχή μου έλεγα: «Θεέ μου, κάμε μου σγουρά μαλλιά…» Και πράγματι, σε λίγο καιρό, τα μαλλιά μου άρχισαν να γίνονται σπαστά. Κι έτσι, με αυτόν τον τρόπο, εδραιώθηκε η πίστη μου στον Θεό, για ένα διάστημα τουλάχιστον… 

(η τελευταία συνέντευξη της Αλέκας Παϊζη στο περιοδικό Ταχυδρόμος εδώ: http://praticabile.wordpress.com/2009/02/14/a%CE%BB%CE%AD%CE%BA%CE%B1-%CF%80%CE%B1%CE%90%CE%B6%CE%B7-%C2%AB%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BC%CE%B5%CF%84%CF%8E%CF%80%CE%B9%CF%83%CE%B1-%CE%AC%CE%B3%CF%81%CE%B9%CE%B1-%CF%80%CF%81%CE%AC%CE%B3%CE%BC/ )